- ρήσις
- (-εως) η см. ρητό[ν]
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ῥῆσις — saying fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥήσεις — ῥῆσις saying fem nom/voc pl (attic epic) ῥῆσις saying fem nom/acc pl (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥήσεσι — ῥῆσις saying fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥήσεσιν — ῥῆσις saying fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥήσιες — ῥῆσις saying fem nom/voc pl (epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥήσιος — ῥῆσις saying fem gen sg (epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ρήση — η / ῥῆσις, εως, ΝΑ, και αρκαδ. τ. Fρήσις και ιων. τ. γεν. ιος Α λόγος, ομιλία («μακρὰν ῥῆσιν οὐ στέργει πόλις», Αισχύλ.) νεοελλ. απόφθεγμα, ρητό («ρήσεις μεγάλων ανδρών») αρχ. 1. απόφαση, ψήφισμα 2. ομιλία, σε αντιδιαστολή προς την ανάγνωση 3.… … Dictionary of Greek
ῥήσει — ῥέομαι flow fut ind mp 2nd sg ῥῆσις saying fem nom/voc/acc dual (attic epic) ῥήσεϊ , ῥῆσις saying fem dat sg (epic) ῥῆσις saying fem dat sg (attic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ՃԱՌ — (ի, ից.) NBH 2 0172 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 6c, 8c, 10c գ. ῤῆσις, λόγος, μῦθος, ὀμιλία , ἰστορία oratio, eloquium, sermo, tractatus, historia διάλεξις dissertatio κεφαλίς capitulum եւն. Բան ձայնաւոր կամ գրաւոր՝ ճոխ… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
Parrhesia — In the classic discipline of rhetoric, parrhesia is a figure of speech described as: to speak candidly or to ask forgiveness for so speaking . [cite web |url= http://rhetoric.byu.edu/Figures/P/PARRHESIA.HTM|title= Parrhesia|accessdate=2007 05 24… … Wikipedia
эпейрофоре́з — а, м. геол. Горизонтальное перемещение материков. [От греч. ’ηπειρος материк и φορησις перенесение] … Малый академический словарь